Οι διακοπές μας δεν κράτησαν πολύ, αλλά είμαστε χαρούμενοι και τυχεροί που έχουμε συγγενείς στην Κρήτη και υπάρχει έτσι μια βάση, στην οποία μπορούμε συνεχώς να στηριζόμαστε.
Οι ημέρες λίγες, οι συγγενείς και οι φίλοι πολλοί, τόσοι, που καταφέραμε να δούμε μόνο τους μισούς. Να τους χορτάσουμε, ούτε λόγος!
Με την επιστροφή μας στο σπίτι και πριν καλά-καλά βγούμε από το αμάξι, επέστρεψε και η πραγματικότητα. Τραγικές ειδήσεις για μια μοιραία πτήση, σκληρές-αδιανόητες εικόνες παιδιών από την Γάζα, η δική μας καθημερινότητα που αλλάζει και ένα σφίξιμο στο στομάχι. Back to reality λοιπόν, παίρνοντας κουράγιο από τις εκατοντάδες εικόνες που τραβήχτηκαν στην Κρήτη.
Ξεκινώ με μια πέτρα σε σχήμα καρδιάς, που βρήκε και μου έδωσε ο Ορφέας.
Κατά τη διάρκεια των σύντομων στάσεων, λίγο πριν φτάσουμε στο λιμάνι, αποτύπωνα στιγμές και τοπία, όσο οι υπόλοιποι ικανοποιούσαν τη δίψα τους.
Ταξιδεύαμε με το φεγγάρι ολόγιομο. Πελώριο και όμορφο, σαν χάντρα.
Μ' αρέσει που φτάνουμε πάντα χάραμα στο νησί, τότε που τα μπαράκια "σχολάνε" και γίνεται χαμός στους δρόμους. Στο σπίτι όλοι κοιμούνται και μας υποδέχονται ο παππούς και η γιαγιά, που ξυπνούν από τις πέντε.
Κάθε χρόνο χαζεύω τα λουλούδια της πεθεράς μου και τους ζωηρούς βασιλικούς, φυτεμένους στα πιθάρια της. Κι εκεί σε μια γωνιά, μέσα στο πανέρι, το φασκόμηλο αποξηραίνεται, για τον χειμώνα που έρχεται.
Δεν γίνεται να φύγω από το Ηράκλειο, δίχως να γευτώ την μπουγάτσα του ΚιρΚόρ. Ειδικά τα πρωινά, πριν η πόλη ξυπνήσει.
Κι ενώ μάθαινα ότι γινόταν χαλασμός από τη βροχή σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, εμείς απολαμβάναμε έναν ήλιο λαμπερό και πολλές βουτιές σε κρυστάλλινα νερά. Κι όταν ο αέρας σήκωνε κύματα, τα εκμεταλλευόμασταν για παιχνίδι.
Σ' αυτό το μαγικό μέρος με τα διάφανα νερά, μάζεψα κοχύλια, ήπια τον πιο ωραίο καφέ, κατάφερα να ξεφυλλίσω ένα περιοδικό, γέλασα με τις ανιψιές μου, που έπαιζαν παράλληλα με τα παιδιά, συνάντησα όμορφα ταβερνάκια και αστείες επιγραφές, αλλά και ένα ξεχωριστό δεντράκι με όμορφα λουλούδια και καρπούς σαν φούσκες. Δεν έχω ιδέα πώς το λένε...
Αγία Πελαγία |
Εκεί, σε εκείνη την μικροσκοπική παραλία, προλάβαμε να κάνουμε γνωριμίες της στιγμής. Ανθρώπους που συμπαθήσαμε και που πιθανόν να μην ξαναδούμε ποτέ.
Μας εντυπωσίασε ο κυρ Αντώνης, που με περισσή υπομονή επιδιόρθωνε τα δίχτυα του για ώρες.
Γελάσαμε πολύ με αυτόν τον απίστευτο τύπο που πουλούσε φρέσκα φρούτα και που δεν μάθαμε ποτέ το όνομά του. Έξυπνος και πολυλογάς, άδειαζε τον δίσκο του στο λεπτό.
Κι έπειτα ήταν και η Σάρα, μια εντυπωσιακή και όλο χαρά Ιταλίδα, που καθόταν δίπλα μου και εντυπωσιάστηκα από το ποτό της. Της ζήτησα να το φωτογραφίσω και σηκώθηκε όρθια όλο κέφι. "Μα φυσικά" μου είπε με τραγουδιστά ελληνικά. "Αλλά θα το κάνουμε σωστά! Θα το βάλω στο νερό, για να δείχνει τέλειο".
Τελικά δε δείχνει τόσο τέλειο, όσο ήταν στην πραγματικότητα, όμως κάθε φορά που θα πίνω Aperol, θα θυμάμαι την Σάρα.
Άνθρωποι με κέφι, χαμογελαστοί και καλοσυνάτοι, που σου φτιάχνουν τη διάθεση. Τόσο απλά...
Ήπιαμε όμως κι εμείς τα ποτάκια μας. Νυχτοπερπατήσαμε στα σοκάκια της πόλης κι εγώ επέλεξα tropical caipirinha για να ξεδιψάσω! Τροπικά κι εξωτικά!
Όμως η ώρα της επιστροφής έφτασε πολύ γρήγορα φέτος, ακριβώς τη στιγμή που αρχίσαμε να συνηθίζουμε και να χαλαρώνουμε.
Κι έτσι, τράβηξα την τελευταία φωτογραφία, λίγο πριν το φετινό "αντίο".
Μα για το τέλος κράτησα αυτή την εικόνα, του παππού που κρατά από το χέρι τον μικρότερο εγγονό του, την ώρα του αποχωρισμού. Ο μεγαλύτερος κι ο μικρότερος, ο γηραιότερος κι ο νεότερος, δυο γενιές τόσο διαφορετικές, που τις χωρίζουν 80 ολόκληρα χρόνια. Μα για δείτε τις, πιασμένες χέρι-χέρι, πόσα κερδίζει η μια απ' την άλλη... Τόσο ελπιδοφόρο!
Καλημέρα αγαπημένοι μου. Επέστρεψα!
Litsa